Aπό τη βουτιά στη δεκαετία του 1970 στο Γουέμπλεϊ

apo-ti-voutia-sti-dekaetia-tou-1970-sto-gouemplei

Από τη βουτιά στη δεκαετία του 1970 δεν ήταν δυνατόν να λείπει η αναφορά στο «έπος του Γουέμπλεϊ». Η επιλογή μας για τον εκπρόσωπο εκείνης της ανεπανάληπτης παρέας δεν θα μπορούσε παρά να είναι ο αξιαγάπητος και αμίμητος Τότης. Κι αν αισθάνεστε την ανάγκη να μάθετε ένα γιατί, την απάντηση τη δίνει καλύτερα μόνος του: «Δεν μ' αρέσει να κλαίγομαι»...

Το καθεστώς της εποχής στο ποδόσφαιρο ως ημιεπαγγελματικό ήταν λίγο μπερδεμένο. Εκτός από τα χρήματα, όμως, το ποδόσφαιρο σας άνοιξε πόρτες;

Ημιεπαγγελματικό το λέγανε, ερασιτεχνικό ήτανε, αλλά τι να κάνεις... Μέχρι το '79 ό,τι έβγαλα έβγαλα. Μόνον πηγαίνοντας το '76 στον Εθνικό, μπόρεσα να πάρω ένα διαμέρισμα. Μπήκα στη Δ.Ε.Η. το 1970. Tο 1977, έφυγα από τη Δ.Ε.Η., πήρα ένα φορτηγό D.A.F., το οποίο μου στοίχισε οτιδήποτε είχα βγάλει έως τότε, ατύχησα, έπεσα έξω, δεν ήξερα τη δουλειά και έφυγα στην Αμερική, στη Νέα Υόρκη, για 4 χρόνια. Ανέλαβα μια ομάδα κάτω των 20, ήμουνα πετυχημένος, με αγάπησαν οι ομογενείς πάρα πολύ. Έφυγα το '90 από εκεί, κι από τότε και μετά ήμουν στον Δήμο Γλυφάδας ως υπάλληλος. Τα τελευταία 3 χρόνια είμαι συνταξιούχος.

Αν σας λέγανε Τότι και ζούσατε στην Ιταλία, πόσο θα στοιχίζατε σήμερα ως μεταγραφή;

Δεν ξέρω! Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν μεταγραφές εξωτερικού. Παρ' όλα αυτά, την μπάλα μας την ξέραμε όσο λίγοι στο εξωτερικό. Τότε υπήρχαν πολύ τεχνίτες παίκτες, αλλά δεν υπήρχαν τα πνευμόνια –που λέγαμε– να φεύγουν πάνω κάτω. Εγώ, πάντως, είχα και αντοχή, μπορούσα να σου παίξω 4 παιχνίδια συνέχεια! Ούτε καν οι ξένοι ποδοσφαιριστές δεν μπορούσαν, γιατί κάπνιζαν πολύ, έπιναν πολύ... Ναι, μην ακούτε αυτά που λένε. Μετά τον τελικό με τον Άγιαξ, ο Κρόιφ άναψε ένα μεγάλο πούρο και έπινε τη μία μπίρα μετά την άλλη!

Σίγουρα, πολλές φορές σας ζητούν να πείτε ανέκδοτες ιστορίες σας από το Γουέμπλεϊ, αλλά δεν μπορεί, όλο και κάποια δεν θα έχετε πει...

Δεν θυμάμαι αν την έχω ξαναπεί αυτήν, αλλά αξίζει τον κόπο: Μετά τη λήξη του τελικού, εγώ είχα αλλάξει φανέλα με έναν Ολλανδό και κυκλοφορούσα με τη φανέλα του Άγιαξ. Μεθυσμένοι όπως ήταν οι Ολλανδοί φίλαθλοι που είχαν μπει μέσα να πανηγυρίσουν, με σήκωσαν στα χέρια και με περιφέρανε για καμιά 30αριά μέτρα νομίζοντας ότι είμαι ο δικός τους! Μόνον όταν άρχισα να φωνάζω «Ρε, Παναθηναϊκός, Παναθηναϊκός!», με αφήσανε κάτω!

Αν ζούσε σήμερα ο Πούσκας, θα προτιμούσατε να πηγαίνατε μαζί του για ψάρεμα ή στα μπουζούκια;

Άμα τον γνώριζες, δεν θα έκανες αυτήν την ερώτηση. Θα έλεγες «καλύτερα να περνούσα 24 ώρες με τον Πούσκας ακόμα κι από το να παίρνω για 24 ώρες λεφτά από την τράπεζα». Άνθρωπος ανοιχτός, με πλούσια καρδιά. Κάθε του κουβέντα και μια συμβουλή. Κάθε του κουβέντα και ένας πλούτος...

Σας έχουμε δει σε φωτογραφίες της δεκαετίας του '70 με μουστάκια, μακριά μαλλιά... Ήσασταν, δηλαδή, μες στη μόδα; Φορούσατε καμπάνες, πουκάμισα με λαχούρια και τέτοια;

Και καμπάνες φόραγα και πουκάμισα ανοιχτά με τις αλυσίδες φόραγα και χρυσαφικό στο χέρι... Και, βέβαια, χαίτη. Στον Άγιαξ, θυμάμαι, από τους 11 οι 8 ήταν μακρυμάλληδες. Σήμερα έχουν τα τατουάζ, εμείς τότε είχαμε τη χαίτη. Πήγαινα με τη μόδα. Ό,τι ερχόταν από έξω το φοράγαμε.

Με το χέρι στην καρδιά, πότε ήταν πιο απλή, πιο ελεύθερη η ζωή; Στα 70's ή τώρα;

Πιο ελεύθερη ήταν τότε. Σεξουαλικώς υπήρχε ελευθερία κινήσεων, σεβόσουν όμως την κοπέλα με την οποία θα έκανες παρέα. Δεν θα έβγαζες φωτογραφίες, δεν θα την πήγαινες στα μπουζούκια να τη δείξεις. Σεβόμασταν την οικογένειά της, αλλά σεβόμασταν και το ότι παίζαμε στον Παναθηναϊκό. Τώρα; Και μια γνωριμία που κάνεις, μπορεί η κοπέλα να είναι βαλτή για να φέρει σε δύσκολη θέση τον ποδοσφαιριστή.

Στη βιογραφία σας, Της Ζωής μου το Φιλμ, αναφέρεται, πάντως, το φλερτ σας με τη Μις Αγγλία...

Θα σας πω τι είχε συμβεί: Στο αεροδρόμιο, όταν πηγαίναμε να παίξουμε με την Έβερτον, συναντήσαμε τη Μις Αγγλία. Ως ο πιο άσχημος σε σχέση με τον Οικονομόπουλο, τον Γραμμό, τον Ελευθεράκη, τους λέω «μην σηκώνεστε, παιδιά» και βάζουμε στοίχημα ότι θα τη συνόδευα εγώ στο ταξίδι. Πάω, λοιπόν, της πιάνω κουβέντα με τα αγγλικά που ήξερα, της άρεσε το χιούμορ μου και κάτσαμε μαζί. Στο Χίθροου, πλακώσανε οι φωτογραφίες. Την άλλη μέρα, οι εφημερίδες μάς έδειχναν αγκαζέ και μιλούσαν για ειδύλλιο. Στο ξενοδοχείο, οι δημοσιογράφοι ρωτούσαν τι είχε συμβεί. «Τίποτα», τους λέω εγώ, και έγινε το «έλα να δεις»!

Μου κάνει εντύπωση ότι είστε από τους ελάχιστους παλαιμάχους που δεν κλαίγονται... Γιατί να κλαίγομαι;

Για να λέω ότι οι παλιοί ποδοσφαιριστές ήταν οι καλύτεροι ή δεν βγάζανε τα λεφτά που βγάζουν οι τωρινοί; Ο καθένας με το χρόνο του και την αξία του. Εγώ εκείνη την εποχή ήμουν ο Φυλακούρης. Έπαιξα στις εθνικές ομάδες, έπαιξα με μεγάλα ονόματα στον Παναθηναϊκό, όπως ο Δομάζος, ο Λουκανίδης, ο Καμάρας, κι όμως, έκανα πάνω από 300 συμμετοχές. Έπαιξα το 1971 στο Γουέμπλεϊ. Τις φιλοδοξίες μου τις έφτασα. Γιατί να κλαυτώ;

Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 2011.