Ο ΠΑΟΚ είναι καψούρα, καρντασάκι

Βλέποντας την κορούλα μου που έτρεχε και ελισσόταν λες και ήταν ο Σάλπι, ανάμεσα στους κούνιες στην παιδική χαρά, το απόγευμα της Παρασκευής, που λίγο άνοιξε ο καιρός, είχα αδειάσει το κορμί μου πάνω στο ξύλινο παγκάκι, όταν ήρθε και κάθισε δίπλα μου ο κλασσικός παππούς με τον εγγονό.

Σκαμμένο πρόσωπο με μπόλικη ρυτίδα, ολόασπρο μαλλί με τραγιάσκα, μπαστουνάκι περισσότερο έτσι για αξεσουάρ παρά για ανάγκη, αφού τον έκοψα κοτσονάτο και μέσα από το  μπουφάν κασκόλ ΠΑΟΚ. Το εγγόνι, πήρε την μπάλα και μέσα σε λίγα λεπτά είχε στήσει «μονό» με κανα δυό πιτσιρίκια ακόμα, με δοκάρια την μια κούνια από τη μια και ένα τούβλο στην άμμο από την άλλη.

Η Νεκταρία μου, ήρθε προς το παγκάκι φορώντας το σκουφάκι  ΠΑΟΚ, μου ζήτησε λίγο νερό. Ήπιε λίγο και ξανά πίσω στο πιαχνίδι.

«Χαχα, πως και δεν φοράει κανένα σκουφί με Μίκι Μάους η μικρή;» αναρωτήθηκε ο παππούς. «Έχει και κάμποσα τέτοια παππού, Ντόρα, Μίνι, Μπάρμπι κλπ, απλά αυτό με τον Δικέφαλο καταλαβαίνει ότι το γουστάρει και ο μπαμπάς και το ζητάει για να με ευχαριστήσει» απάντησα στον παππού που γέλασε.

«Άντε και μόλις μεγαλώσει λίγο ακόμα να της εξηγήσεις τι είναι  αυτό το σήμα που φοράει στο κεφάλι. Τι σημαίνει…» «Να είστε βέβαιος» του απάντησα. Και αυτό ήταν. Η γλώσσα του παππού λύθηκε. Ξεκίνησε να μιλάει να μιλάει ασταμάτητα.

Μου είπε για το γήπεδο στο σιντριβάνι, για την προετοιμασία όλης της εβδομάδας για να πάνε στο γήπεδο, για τις καζούρες στους αντιπάλους, για την πρώτη φορά που είδε τον Κούδα, για τα δύσκολα χρόνια της κατοχής («τι να μας πει η κρίση όταν έχουμε ζήσει  πόλεμο» ήταν η ατάκα του «κι αυτό που ζούμε τώρα ένας πόλεμος χωρίς τουφέκια είναι, παππού» του απάντησα). Είπε, είπε είπε…

Η κουβέντα πήγε στα τωρινά και έφτασε στην απώλεια του Κοντρέρας και του Βιεϊρίνια, στον μπαμπούλα της UEFA.

«Να, στεναχωρεθήκαμε κάπως τον τελευταίο καιρό, αλλά προχωράμε» του είπα και απλά χαμογέλασε και μου είπε:

«Άκουσε, θα σου πω κάτι και κράτα το αν θες. Ο ΠΑΟΚ είναι μια μεγάλη καψούρα. Όπως όλες οι καψούρες έχει μόνο πολύ δυνατά συναισθήματα καρντασάκι. Χαρά, τρέλα, πάθος, ενθουσιασμό αλλά και πίκρα, άγχος, απογοήτευση. Όλα αυτά,  που σε δένουν, αυτά που σε κάνουν να μην κοιμάσαι τα βράδια ρε παιδί μου».

Το σκαμμένο πρόσωπο κάτω από την γκρίζα και αντιτουριστική τραγιάσκα έκρυβε έναν ποιητή, ένα άνθρωπο που μιλούσε για τον ΠΑΟΚ και το βλέμμα του πετούσε φλόγες.

«Παππού θα το γράψω αυτό που είπες» και όταν του εξήγησα τι δουλειά κάνω, μου είπε:

«Να λες και να γράφεις για τα πιτσιρίκια, τα τσικό μας. Θέλω να δω κι άλλα δικά μας παιδιά σαν τον Κλάους να προκόβουν. Αυτά ξέρουν, δε χρειάζεται να τους εξηγήσεις τι είναι τα τέσσερα γράμματα, τι σημαίνει η ιδέα ΠΑΟΚ, τους το λέμε από όταν είναι μωρά σαν τον εγγονό μου. Ενώ οι ξένοι είναι περαστικοί, δεν μπορούν να καταλάβουν εκτός αν είναι σαν τον Γκαρσία που είναι κανονικά Έλληνας και ΠΑΟΚάρα, απλά έχει ξένο διαβατήριο γιατί γεννήθηκε αλλού!»

Παππού, απλά respect…