Και στο διάβα σου σκύβει ο εχθρός…

kai-sto-diava-sou-skyvei-o-echthros


Οι πιο νέοι τον θυμούνται από τα παιχνίδια του «Αυτοκράτορα» Άρη κάθε Πέμπτη βράδυ, τη δεκαετία του 1980, ως την καλτ φιγούρα του φροντιστή με τα γυαλιά και τους φακούς photo brown, που προσπαθούσε εναγωνίως μέσα στα λίγα δευτερόλεπτα των time out, να σκουπίσει τον ιδρώτα από τους ώμους του Νίκου Γκάλη, του Παναγιώτη Γιαννάκη, του Λευτέρη Σούμποτιτς, να «πασάρει» στον κάθε παίκτη χωριστά την καθαρή και στεγνή πετσέτα, να πει στον κάθε αθλητή ξεχωριστά τον κατάλληλο λόγο, είτε αυτός ήταν εμψύχωσης και κουράγιου είτε θαυμασμού (σπανιότατα εννοείται παρηγοριάς), πριν η ομάδα ξαναπατήσει στο παρκέ (και αρκετά παλαιότερα στο πλαστικό ή και στο τσιμέντο).


Οι πιο παλιοί τον θυμούνται από πολύ πιο πριν, να φέρνει βόλτες στα καφενεία της οδού Γιάννη Αγγέλου, πάνω από το σημερινό «Κλεάνθης Βικελίδης» με τα τεράστια χαρτονένια λογιστικά τετράδια (σαν αυτά που κρατούσε – και ακόμα κρατάει- ο σιτιστής στο Στρατό) μέσα στην σάκα, να αναζητεί τα μέλη του ερασιτέχνη και να εισπράττει με αξιοπρόσεχτο ζήλο τη μηνιαία συνδρομή- εισφορά τους, τσεκάροντας αυτούς που χρωστάνε περισσότερο από δύο μήνες. Να επιμελείται τα πάντα σε σχέση με τις στολές, τις φόρμες και τα συναφή. 


Όπως ο πατέρας βγαίνει στο δρόμο για να δουλέψει για την οικογένεια και να φέρει τον άρτο τον επιούσιο για αυτήν. Είχαν υποχρεώσεις τα τμήματα.. ποιος θα πλήρωνε? Για το Μάκη Νάτση (στη φωτό με το Χάρη Παπαγεωργίου), το θρυλικό «Μπαρού», ο Άρης ήταν κάτι παραπάνω από την καθημερινή του ασχολία και αγάπη. Ήταν η οικογένεια του. Και η θλίψη είναι τεράστια όταν μια φαμίλια χάνει ένα όχι όποιο κι όποιο μέλος της, αλλά τον καλύτερο «πατέρα του λόχου» (για στρατιώτη δεν τον «έκανες» με τίποτε). 


Που ακόμα και μέχρι τα 78 του χρόνια ήταν το ίδιο αν όχι περισσότερο «πορωμένος» και ακολουθούσε την ομάδα σε όλες τις εκδηλώσεις και μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του (γήπεδο, Λέσχη, μέχρι και στα ράδια έβγαινε ο αθεόφοβος για να υπερασπιστεί τα δίκαια του συλλόγου που αγάπησε!), αν και σχεδόν τυφλός.


Ήταν αυτός που στα αποδυτήρια θα έδινε το ρυθμό, τον σκοπό της νίκης, τραγουδώντας τον πανηγυρικό ύμνο «Άρης, Άρης, Άρης νικητής προχωρά πάντα μπρος. Άρης Άρης Άρης και στο διάβα του σκύβει ο εχθρός!» (μόνον αυτός και ο Γιάννης Ιωαννίδης γνώριζαν καλά τους στίχους), κάνοντας ακόμα και ψυχρούς ξένους επαγγελματίες, όπως ο Καναδός Greg Wiltzer, να προσπαθούν να σιγοτραγουδήσουν έστω τη μελωδία (ακόμα και με πολλά παραράμ παράμ παράμ παμ παράραμ παράμ παράμ).


Γράφτηκε ότι τον πρόδωσε η καρδιά του… όχι φίλοι μου, δεν τον πρόδωσε. Αυτή την είχε προσφέρει οικειοθελώς απλόχερα προ πολλού στην ομάδα που τόσο αγάπησε. Μην το επεκτείνω με τα τετριμμένα που λέγονται σε αυτές τις περιστάσεις. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάζει.