Ο πόλεμος των δύο κόσμων

o-polemos-ton-dyo-kosmon

Aν υπάρχουν δύο κόσμοι στην εγχώρια ποδοσφαιρική, ο Θεός να την κάνει, βιομηχανία που δεν συναντώνται ποτέ, αυτοί είναι των ποδοσφαιριστών και των παραγόντων. Ακόμη και στην καλοσύνη τους... Πριν γνωρίσω σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια τον κόσμο των Ελλήνων ποδοσφαιριστών και τον κόσμο των Ελλήνων παραγόντων, πίστευα ότι όλοι οι ποδοσφαιριστές είναι «καλά παιδιά» και ότι το μόνο κακό παιδί είναι ο Γιώργος ο Μύρτσος.

Η βεβαιότητα αυτή ξεκινούσε από το γεγονός ότι στις αθλητικές εφημερίδες της δικής μου νεανικής εποχής γράφονταν καλά λόγια για όλους εκτός από τον Γιώργαρο, που τον καιρό που έπαιζε στον Ολυμπιακό ήταν «ξενύχτης», «αυθάδης» και «παλιόπαιδο». Κάποτε, τον είχαν τιμωρήσει γιατί ξενυχτούσε, και αφού τον κάλεσαν για απολογία και τον τιμώρησαν, το ίδιο ακριβώς βράδυ ο Φίλαθλος έγραψε πως πήγε στη Νεράιδα. Ο Μύρτσος το παραδέχτηκε, λέγοντας ότι τον κάλεσαν για απολογία στις δέκα τη νύχτα, τελείωσε στις δωδεκάμισι και όταν έφυγε από τον Πειραιά, μόνο στη Νεράιδα μπορούσε να πάει για να πιει έναν καφέ.

Η ειλικρίνειά του με έβαλε σε σκέψεις: Κατέληξα ότι το προφίλ του κακού παιδιού ήταν λασπολογία. Όταν έπειτα από μήνες διάβασα (κατά λέξη) ότι πριν από ένα ματς της Εθνικής στη Σαλονίκη «τρεις παίκτες το σκάσανε, ένας πήγε σε ένα μπαρ, ένας να βρει μια τραγουδίστρια κι ο Μύρτσος στον Βασίλη τον Καρρά», είχα τη βεβαιότητα ότι επρόκειτο περί οργανωμένης πλεκτάνης: Για κάποιο μυστήριο λόγο, δεν τον γούσταραν. Χρόνια αργότερα, τον γνώρισα και είχα δίκιο. Είναι ένα από τα καλύτερα παιδιά κι ας έχει εύκολο το καλαμπούρι και την υπερβολή.

Σύντομα, κατάλαβα ότι το ποιος ποδοσφαιριστής είναι «καλό παιδί» στα μάτια του κόσμου εξαρτάται κυρίως από το προφίλ που του κατασκευάζουν οι παράγοντες και οι δημοσιογράφοι που θέλουν να γίνουν παράγοντες. Οι δύο κόσμοι που ποτέ δεν συναντώνται είναι αυτοί: Ο κόσμος των ποδοσφαιριστών και ο κόσμος των παραγόντων.

Για τους παράγοντες, «καλό παιδί» είναι ο ποδοσφαιριστής που σκίζεται στο γήπεδο και που δεν ζητάει λεφτά. Το δεύτερο είναι πλέον πολύ σημαντικότερο από το πρώτο. Αν π.χ. σκίζεται στο γήπεδο, αλλά ζητάει τα λεφτά του, είναι απλώς «παλιόπαιδο». Αν κάνει προσφυγή, είναι παλιοχαρακτήρας. Αν επιμείνει να διεκδικεί τα λεφτά του, είναι «αληταράς». Ο Σερζ Ντιέ, π.χ., έχει μέχρι και ίδρυμα που κάνει φιλανθρωπίες, αλλά επειδή είχε το κακό συνήθειο να ζητά τα λεφτά στην ώρα του στον Ηρακλή, έγινε «αλήτης». Ο Ριβάλντο, που απαιτούσε τα χρήματα στην ώρα του, ήταν «ελεεινός φραγκοφονιάς». Ο Βασίλης Τσιάρτας, που ήταν επαγγελματίας από τους λίγους, ήταν «το μεγαλύτερο παλιόπαιδο». Όλοι αυτοί στην πραγματικότητα ήταν και είναι μια χαρά άνθρωποι που έχουν μόνον ένα κακό: Δεν νιώθουν δέος για το παραγοντικό τσούρμο. Ή, για να το πω όπως το λέει ένας αληθινά καλός άνθρωπος, ο Σπύρος Καλογιάννης, πρόεδρος της ΕΠΑΕ, «δεν ένιωσαν ποτέ τους το δίκιο του παράγοντα». Δηλαδή, θέλουν οι συμφωνίες να τηρούνται.

Για τους παράγοντες, «καλό παιδί» είναι ο ποδοσφαιριστής που σκίζεται στο γήπεδο και που δεν ζητάει λεφτά.

Το τι κάνει ένας παίκτης εντός αγωνιστικού χώρου σπανίως έχει σχέση με τον πραγματικό του χαρακτήρα. Μερικά από τα πιο σκληρά μπακ στην ιστορία του ποδοσφαίρου εκτός γηπέδου είναι πράοι άνθρωποι και τζέντλεμαν. Ο Αριστείδης ο Καμάρας δεν αστειευόταν στον καιρό του εντός γηπέδου. Εκτός γηπέδου, θα μπορούσε να γράψει το σαβουάρ βιβρ καλύτερα από τον Χρήστο Ζαμπούνη. Ο Γιώργος Ανατολάκης καμιά φορά νόμιζες πως θα τσακίσει άνθρωπο. Εκτός γηπέδου είναι πράος, σοβαρός, καλομίλητος όσο λίγοι. Ο σκληρός Θοδωρής Ζαγοράκης εκτός γηπέδου ήταν με ένα χαμόγελο στο στόμα, πριν μπλέξει με την προεδρία του Π.Α.Ο.Κ. Ο Ζε Ελίας μάτωνε κόσμο. Εκτός γηπέδου, έτρωγε πίτσες και έπαιζε ηλεκτρονικά σαν δεκαπεντάχρονος. Υπάρχουν μερικοί που γουστάρουν το ρόλο του σκληρού γιατί έτσι έκαναν καριέρα. Ο Γιάννης Καλιτζάκης είναι σκληρός καμιά φορά και στις κρίσεις του, για να μην χαλάσει την εικόνα που έχει ο κόσμος για αυτόν.

Υπάρχουν καλά παιδιά στο ποδόσφαιρο, δηλαδή άνθρωποι με ήθος, έτοιμοι να πέσουν στη φωτιά για τους φίλους τους, καλοπροαίρετοι και κύριοι; Φυσικά και υπάρχουν. Αν ποτέ μού ζητούσαν να βάλω το χέρι μου στη φωτιά για κάποιον, αυτός θα ήταν ο Στέλιος Βενετίδης. Είναι αδύνατο να έχει ποτέ του βλάψει άνθρωπο έστω και από αμέλεια. Βεβαίως, κυκλοφορούν και δεκάδες δημοσιοσχεσίτες και πολλοί φαρισαίοι υποκριτές. Αλλά πού να δείτε τι συμβαίνει στον κόσμο των Ελλήνων παραγόντων...