Η απόφαση περί προσωρινής αναστολής του εγχώριου πρωταθλήματος φέρνει μοιραία σκέεψεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα αυτού του πρώτου μέτρου, αλλά και συγκρίσεις, με την εποχή που στην Αγγλία ανακαλύφθηκε ο χουλιγκανισμός...
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Αγγλία.. Η χώρα αυτή έχοντας προσφέρει πράγματα στην Ευρώπη , αποφάσισε να προσφέρει και ακόμα ένα: τον χουλιγκανισμό . Πριν κάθε ματς οι οπαδοί συνέρρεαν στις παμπ , κατανάλωναν τις μπύρες τους και πήγαιναν στο γήπεδο για να ξεδώσουν πάνω στο κεφάλι του διπλανού.Η ιστορία αυτή θα ταλανίσει το νησί , παρόλα αυτά οι Εγγλέζοι δε θα αφήσουν τέτοια κακοποιά στοιχεία να τους καταστρέφουν τη χώρα , να τη ρεζιλεύουν παγκοσμίως μέσω της μεταφοράς των εικόνων θλίψης από τα διεθνή ΜΜΕ και να υποβαθμίζουν το προιόν που λέγεται ποδόσφαιρο. Ο αγώνας Λίβερπουλ – Γιουβέντους το 1985 και οι 39 χαμένες ζωές αποτέλεσαν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την παλαι ποτέ σιδηρά κυρία της Αγγλίας , Μάργκαρετ Θάτσερ.
Η εν λόγω κυρία λοιπόν αποκλείει κάθε ομάδα του νησιού από οποιοδήποτε ευρωπαικό αγώνα , ποινή που δεν εξαίρεσε ούτε την εθνική ομάδα της Αγγλίας. Η δεύτερη μεγάλη τραγωδία του Χίλσμπορο θα κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου ότι η ανθρώπινη ζωή δεν τίθεται προς κατανάλωση εντός των ποδοσφαιρικών σταδίων επειδή κάποιοι απλώς είναι ανεγκέφαλοι. Βαρύτατες τιμωρίες επιβλήθηκαν στους χούλιγκανς και άπαντα τα στάδια ανακαινίστηκαν. Αποτέλεσμα? Το μόνο που ακούγεται πλέον στα γήπεδα του νησιού είναι ο ήχος από τα πατατάκια που μασουλάνε οι συμπαθείς Άγγλοι...
Έχοντας λοιπόν, αναθρέψει τον χουλιγκανισμό, η πολιτισμένη Βρετανική οικογένεια, προκειμένου να διασώσει την υπόληψή της, τον έδωσε για υιοθεσία σε οικογένειες που σέβονται τον εαυτό τους... κατά τι λιγότερο. Η Ελλάδα έγινε ανάδοχος και το παιδάκι μεγάλωσε σε έφηβο, έχοντας λάβει όλα τα καταστροφικά χαρακτηριστικά μιας κοινωνίας που νοσεί σε πολλά επίπεδα...
«Καλά έκανε και το διέκοψε, και μάλιστα έπρεπε να κάνει ο,τι και η Θάτσερ, να αποκλείσει τις ομάδες μας από την Ευρώπη, να δω τι θα πουν τα αρπακτικά που ορέγονται τα λεφτά του Πλατινί», είναι η φωνή του μέσου φιλάθλου που πάντα έχει τη λύση. Με μια μικρή διαφορά... Τότε, το ποδόσφαιρο είχε ακόμα τα στοιχεία εκείνα με τα οποία μεγάλωσαν οι πατέρες και παππούδες μας, και δεν αποτελούσε ένα τεράστιο χρηματιστήριο που εδρεύει σε χορτάρι, στου οποίου τις πέριξ διαφημιστικές πινακίδες παρελαύνουν οι μεγαλύτερες εταιρείες και φίρμες παγκοσμίως.
Ασφαλιστικές, αυτοκινητοβιομηχανίες, εταιρείς αερομεταφορών και παντός τύπου επιχειρησιακοί κολοσσοί βλέπουν το ποδόσφαιρο ως μια πρώτης ταξεως βιτρίνα για τα εμπορεύματά τους, με αποτέλεσμα αυτό να μετατρέπεται σε βασική βιομηχανία για ορισμένες περιπτώσεις , όπως είχαμε αναλύσει πριν λίγες ημέρες για την περίπτωση της Μπάγερν και της Μπουντεσλίγκα.
Και φυσικά, το Τσάμπιονς Λιγκ είναι ο άμεσος και βασικός αιμοδότης αυτών των βιομηχανιών, αφού μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός πως στην κορυφή της κατάταξης της Deloitte με τους συλλόγους που καρπώνονται τα μεγαλύτερα έσοδα, βρίσκονται ομάδες που μεσουρανούν στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση. Τα έσοδα των ομάδων και η παρουσία τους στο Τσάμπιονς Λιγκ αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία, με τρανταχτό παράδειγμα τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ της οποίας η αποτυχία να συμμετάσχει στην διοργάνωση, της προκάλεσε άμεσο οικονομικό πλήγμα της τάξεως των 60 εκατ. ευρώ!
Φανταστείτε κάτι τέτοιο να μην ήταν απότοκο της αγωνιστικής δικαιοσύνης που παρέχεται εντός των τεσσάρων γραμμών, αλλά μιας κυβερνητικής απόφασης... Διότι, δεν είναι μόνο η άμεση οικονομική ζημία, αλλά μια παρατεταμένη απουσία από τον χρυσοφόρο θεσμό, εκτός των μπόνους που στερείται η ομάδα, οδηγεί και σε κατακόρυφη απομείωση της αξίας των παικτών της, γεγονός που αποτελεί ηχηρή σφαλιάρα για έναν σύλλογο.
Όσον αφορά τις αγγλικές ομάδες, ΜΟΝΟ από τα καθαρά έσοδα από την ΟΥΕΦΑ μέχρι στιγμής, η Τσέλσι έχει κερδίσει 17 εκ., η Άρσεναλ 16,5, η Σίτι 15 και η Λίβερπουλ 10,5. Συνεπώς, η Θάτσερ σήμερα θα έπρεπε να βρει τρόπο να αναπληρώσει αυτά τα περίπου 60 εκ. ευρώ για τις ομάδες, συν τις όποιες ζημίες από χαμένες χορηγίες και εισιτήρια...
Περνώντας στη χώρα μας και στο βασικό εκπρόσωπο της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια στο Τσάμπιονς Λιγκ, ο Ολυμπιακός εισέπραξε πέρυσι 27.406.000 ευρώ για την πορεία του μέχρι τους «16» της διοργάνωσης, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό που έχει βάλει στα ταμεία του από τη συμμετοχή του στην κορυφαία ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση όλα αυτά τα χρόνια, στα 186,4 εκ. ευρώ (!), ενώ θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τα κέρδη από τα εισιτήρια, τους χορηγούς που πληρώνουν αδρά για να δουν το λογότυπό τους στα ευρωπαϊκά σαλόνια, αλλά και την ...υπεραξία των μετεγγραφών, αφού η συμμετοχή στο Τσάμπιονς Λιγκ είναι ένα είδος ποδοσφαιρικού ...ΦΠΑ για τους παίκτες που πωλούνται στο εξωτερικό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του Πάμπλο Ντε Μπλάσις, καθώς με δύο πολύ καλές εμφανίσεις το καλοκαίρι απέναντι στη Μάιντζ, έγινε κάτοικος Γερμανίας, με τον Αστέρα Τρίπολης να εισπράττει από το πουθενά 2 εκατομμύρια! Μπορεί βέβαια, τα έσοδα του Γιουρρόπα να μην συγκρίνονται με αυτά του Τσάμπιονς Λιγκ, εντούτοις είναι αρκετά σημαντικά, αν αναλογιστεί κανείς πως το καλοκαίρι στον Παναθηναϊκό, κατέστη επιτακτική ανάγκη η παρουσία στην Ευρώπη, κυρίως λόγω της οικονομικής ανάσας που θα έπαιρνε η ομάδα από το ποδοσφαιρκό... μνημόνιο στο οποίο βρίσκεται.
Η αναστολή ενός πρωταθλήματος δεν δείχνει δύναμη, αλλά αντίθετα, αδυναμία χειρισμού της κατάστασης, και θυμίζει προσπάθεια να κρυφτούν τα προβλήματα κάτω από το χαλί. Φευ... Οτιδήποτε αντιμετωπίζεται με ημίμετρα δύναται να επιστρέψει δριμύτερο...
Ούτε όμως και οι ακραίες λύσεις «α λα Θάτσερ» αποτελούν πανάκεια, σε μια εποχή όπου οι ομάδες, ας το καταλάβουμε, είναι ΠΑΕ, και η λειτουργία τους εκπορεύεται από τους χειριστές των ισολογισμών τους... Τότε, 30 περίπου χρόνια πριν, σε μια "ρομαντική εποχή", η απόφαση ήταν αναίμακτη, καθώς το οικονομικό διακύβευμα ήταν, αν όχι μηδαμινό, τουλάχιστον σε καμία περίπτωση συγκρίσιμο με τα σημερινά δεδομένα. Λυπούμαστε που θα απογοητεύσουμε τους νοσταλγούς μέτρων σαν αυτών που επέβαλλε η Βρετανική κυβέρνηση το 1989, αλλά τέτοιες διατάξεις δεν είναι εφαρμόσιμες σε έναν χώρο που ρέουν εκατομμύρια. Ευτυχώς, για το μέσο φίλαθλο ωστόσο, λύσεις υπάρχουν , αρκεί κανείς να θελήσει να γίνει ο «κακός της υπόθεσης»... Διότι οι αρεστοί που πέρασαν τόσα χρόνια άφησαν πίσω τους το χάλι που βλέπουμε σε κάθε ποδοσφαιρικό γήπεδο της χώρας, κάθε Κυριακή...